17.2 C
Athens

Ένας τελικός δεν είναι ποτέ μία υποχρέωση που πρέπει να διεκπεραιωθεί

Ο Παναγιώτης Γκαραγκάνης γράφει για την απώλεια του Κυπέλλου Ελλάδας, σε έναν τελικό όπου ο Ολυμπιακός πλήρωσε τα λάθη και τον τρόπο προσέγγισης του αγώνα, αλλά και την έλλειψη αντίδρασης σε καθοριστικά σημεία

Παίζοντας, ουσιαστικά, δύο διαδοχικές σεζόν σε μία λόγω κορωνοϊού, ο Ολυμπιακός δεν άξιζε αυτό το φινάλε. Η επίπονη προσπάθειά του και μία αδιάκοπη δουλειά τριετίας δεν έπρεπε να ολοκληρωθούν έτσι. Κάθε ήττα ενοχλεί. Ο Πρωταθλητής Ελλάδας έχασε ένα τρόπαιο από τον ΠΑΟΚ στο 90′ και την ευκαιρία να κατακτήσει δεύτερο συνεχόμενο νταμπλ (το 19ο) και το 29ο Κύπελλο της ιστορίας του. Οι Ασπρόμαυροι δεν θα γίνουν ποτέ συγκρίσιμο μέγεθος με τον Αυτοκράτορα του ελληνικού ποδοσφαίρου, που είχε φτάσει τα 8 Κύπελλα Ελλάδας το 1959. Ας χαρούν την επιτυχία τους, αλλά είναι ξεκάθαρο λίγες ώρες μετά το σφύριγμα της λήξης πως, ήδη, έχουν σπάσει για μία ακόμα φορά το γραφικόμετρο.

Η διαχείριση μιας κακής ήττας και αυτού του αρνητικού αποτελέσματος στο ΟΑΚΑ, είναι το Α και το Ω από εδώ και πέρα. Σε έναν τελικό, δεν μετράει ποιος είναι ο καλύτερος συνολικά σε μία ολόκληρη σεζόν. Οι παίκτες του Ολυμπιακού δεν ήταν συγκεντρωμένοι σε καίρια σημεία του αγώνα και για μία ακόμα φορά το τελευταίο διάστημα έκαναν λάθη χωρίς πίεση από τον αντίπαλο.

Κανένα σύστημα 3-4-3 δεν ευθύνεται, όταν το μυαλό δεν είναι… μέσα στο κεφάλι. Η συγκεκριμένη διάταξη, όμως, θέλει καθαρόαιμους στόπερ (και δύο ακραίους αμυντικούς «δυναμίτες») και η ομάδα, τη δεδομένη χρονική στιγμή, λόγω τραυματισμών, δεν είχε. Ο Μπα είναι τραυματίας, ο Παπαδόπουλος ανέτοιμος, ο Παπασταθόπουλος τα έδωσε όλα για να παίξει μετά τη θλάση πρώτου βαθμού στον αριστερό οπίσθιο μηριαίο, αλλά ένιωσε ξανά ενοχλήσεις και αντικαταστάθηκε στο 25′. Και ο Εμβιλά δεν είναι στόπερ. Ούτε ο Χολέμπας.

Ο Πέδρο Μαρτίνς βρέθηκε σε κακή βραδιά (ούτε το τακτικό πλάνο πέτυχε ούτε κατάφερε να αντιδράσει κατά τη διάρκεια του τελικού, παρεμβαίνοντας στην αναμέτρηση), όπως σε κακή βραδιά βρέθηκαν και οι περισσότεροι παίκτες του. Mε τόσους υστερήσαντες, η ήττα ήρθε στο 90′ για ένα κακό τελευταίο δεκάλεπτο. Ο Σεμέδο έκανε το χειρότερο παιχνίδι του με τη φανέλα του Ολυμπιακού και μαζί με τον Μπρούμα, ο οποίος έγινε αλλαγή με την έναρξη στο δεύτερο ημίχρονο, έδειξαν εμφανώς επηρεασμένοι από τη μη κλήση τους στην Εθνική Πορτογαλίας για το EURO, λίγες ώρες πριν από τη διεξαγωγή του τελικού. Το συγκεκριμένο άρθρο του FWS μπορεί να χλευάστηκε από ορισμένους, αλλά αποδείχτηκε to the point.

Ο Σεμέδο φάνηκε πολύ κακός σε απόδοση, όντας μέσα σε όλες τις καλές στιγμές του ΠΑΟΚ στο ΟΑΚΑ, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως από το 25′ και μετά ήταν ο μοναδικός καθαρόαιμος στόπερ του Ολυμπιακού στο σχηματισμό με τους τρεις κεντρικούς αμυντικούς αναλαμβάνοντας το ρόλο του άτυπου οργανωτή στο κέντρο της άμυνας και παίζοντας για… τρεις. Ο Εμβιλά χαραμίζεται σε ρόλο κεντρικού αμυντικού, αλλά είναι ξεκάθαρο πως ο Μαρτίνς ούτε ήθελε να αλλάξει το σχηματισμό με τους τρεις στόπερ ούτε να αφήσει κάποιον από τους τρεις δυναμικούς αυτούς παίκτες της ομάδας (που είναι όλοι χαφ, βέβαια) εκτός εντεκάδας. Για αυτό έπρεπε να χωρέσουν όλοι στο βασικό σχήμα. Και ο Εμβιλά και ο Καμαρά και ο Μπουχαλάκης. Δεν είναι τυχαίο ότι μόλις αποχώρησε ο Σωκράτης και μετατοπίστηκε σε ρόλο λίμπερο ο Σεμέδο, ο ΠΑΟΚ έκανε στο αμέσως επόμενο λεπτό την πρώτη του ευκαιρία με το δοκάρι του Σβιντέρσκι, που κινήθηκε στην πλάτη του Πορτογάλου στόπερ. Η άμυνα του Ολυμπιακού αποδιοργανώθηκε και απορρυθμίστηκε εντελώς, όταν τέθηκε εκτός «μάχης» ο Παπασταθόπουλος.

Περίπου ένα δεκάλεπτο μετά την αναγκαστική αλλαγή του Σωκράτη έγινε και το πέναλτι του Εμβιλά, ο οποίος μπορεί να παίξει και ως στόπερ όταν κριθεί αναγκαίο, αλλά δεν είναι κεντρικός αμυντικός. Κεντρικός μέσος είναι ο άνθρωπος, ο συνδετικός κρίκος των τριών γραμμών, ο παίκτης που θα δώσει ισορροπία και ηρεμία στην ομάδα πάνω στο χορτάρι. Και φάνηκε ότι δεν είναι κεντρικός αμυντικός με τον τρόπο που ενήργησε στη συγκεκριμένη φάση του πέναλτι, όταν και καθυστέρησε χαρακτηριστικά να απομακρύνει την μπάλα νομίζοντας πως βρίσκεται κάπου στη μεσαία γραμμή και όχι μέσα στη μεγάλη περιοχή. Οι Ερυθρόλευκοι πλήρωσαν αμέσως την απουσία του Παπασταθόπουλου και το ντόμινο που ακολούθησε: ο Εμβιλά από αριστερός στόπερ πέρασε δεξιά, ο Σεμέδο από δεξιός στόπερ βρέθηκε σε θέση λίμπερο και ο Χολέμπας από αριστερός μπακ μετατοπίστηκε αριστερός στόπερ. Και μέσα σε δέκα λεπτά, ο ΠΑΟΚ είχε ένα δοκάρι και ένα πέναλτι, με το οποίο προηγήθηκε στο σκορ.

Ο Ολυμπιακός είχε την υπεροχή και ήταν η ομάδα που ήθελε να παίξει κυριαρχικό ποδόσφαιρο. Δεν έφταναν, όμως, μόνο αυτά για να κατακτηθεί το τρόπαιο. Η είσοδος, στο 46′, του Φορτούνη, που κλήθηκε για μία ακόμα φορά να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά χωρίς να απολαμβάνει πια ξεκάθαρα την εμπιστοσύνη του προπονητή του, απέδωσε άμεσα και οι Πρωταθλητές Ελλάδας είχαν ένα «καταιγιστικό» εικοσάλεπτο στο δεύτερο ημίχρονο ισοφαρίζοντας στο 50′ με ένα έξοχο γκολ από στατική φάση και τη συνεργασία του Φορτούνη με τον Εμβιλά, ο οποίος σκόραρε στην κίνηση με φοβερό δεξί πλασέ μετά την εκπληκτική εκτέλεση κόρνερ του Έλληνα μεσοεπιθετικού. Από τη στιγμή, όμως, που η ανατροπή δεν ήρθε άμεσα και η ομάδα δεν εκμεταλλεύτηκε το καλό της διάστημα με την κραυγαλέα χαμένη ευκαιρία του Μασούρα στο 56′ (δημιουργία πάλι από τον Φορτούνη), ήταν αναμενόμενο πως το παιχνίδι θα κρινόταν στις λεπτομέρειες και το όριο.

Ο ΠΑΟΚ μπορεί να έπαιζε παθητικά στη μεγαλύτερη διάρκεια της αναμέτρησης και στο δεύτερο ημίχρονο να ήταν… άφαντος μέχρι το 80′, αλλά από το 65′ και μετά ισορρόπησε στην ασφυκτική πίεση που δέχτηκε από τον αντίπαλο, καθώς οι ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού έδειχναν να μένουν από δυνάμεις και ενέργεια. Ιδιαίτερα οι μεσοαμυντικοί παίκτες που είχαν κουβαλήσει την μπάλα νωρίτερα για πολλή ώρα και έκαναν παιχνίδι με την μπάλα στα πόδια παίζοντας από το ύψος της μεσαίας γραμμής και προς τη μεγάλη περιοχή του ΠΑΟΚ. Ο Μαρτίνς έπρεπε να «φρεσκάρει» την ομάδα, καθώς οι Πρωταθλητές Ελλάδας «φώναζαν» ότι χρειάζονταν ενέργεια και τόνωση πάνω στο χορτάρι, αλλά από το διάστημα 46′-86′ δεν έκανε καμία κίνηση από τον πάγκο. Και μην ξεχνάμε πως από την αλλαγή του Σωκράτη και έπειτα, ο Ολυμπιακός έπαιζε με έναν καθαρόαιμο κεντρικό αμυντικό στη σύνθεσή του έχοντας ποσοστό κατοχής που άγγιζε το 60% σε μεγάλα χρονικά σημεία του τελικού.

Αντίθετα, ο Γκαρσία άλλαξε τις ισορροπίες στο 80′, κάνοντας τις πρώτες του αλλαγές με την είσοδο των Τσιγγάρα και Κρμέντσικ. Η χρησιμοποίηση ενός τρίτου χαφ και του Τσέχου επιθετικού, που μπορεί να είναι «άτεχνος», αλλά παλεύει όλες τις φάσεις και ζορίζει την αντίπαλη άμυνα, καθόρισαν την εξέλιξη. Οι Θεσσαλονικείς είχαν τρία τετ α τετ με τον Κρμέντσικ (τα δύο στο 84′ και το 85′) και εκμεταλλεύτηκαν το τρίτο εξ αυτών στο 90′. Ο Σεμέδο «κράτησε» στη φάση τον Τσέχο επιθετικό, ο οποίος διαμόρφωσε το τελικό αποτέλεσμα στο φινάλε. Ο Μαρτίνς δεν αντέδρασε από τον πάγκο στη διαφοροποίηση των δεδομένων στη μεσαία γραμμή, όπου ο ΠΑΟΚ είχε έναν παίκτη περισσότερο μετά το 80′ και οι Ερυθρόλευκοι δεν είχαν δυνάμεις να κυκλοφορήσουν την μπάλα, αλλά η άμυνά τους, παραδόξως, παρέμενε ψηλά στον αγωνιστικό χώρο. Έτσι, στο 86′ ο Πορτογάλος προπονητής έβαλε στο ματς έναν επιθετικό (Χασάν), αν και ο τελικός «φώναζε» ότι ο Ολυμπιακός χρειαζόταν έναν παίκτη στη μεσαία γραμμή για να δώσει την απαιτούμενη «φρεσκάδα».

Είναι μία σκληρή ήττα, αλλά και η απόδειξη πως σε ένα ματς όλα γίνονται και κάποιες λεπτομέρειες παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση ενός αποτελέσματος. Και μία ανώτερη, καλύτερη και ποιοτικότερη ομάδα μπορεί να χάσει έναν αγώνα αν δεν αγωνιστεί με προσοχή, σοβαρότητα και συγκέντρωση από το πρώτο έως το τελευταίο λεπτό. Αυτό που πειράζει περισσότερο είναι πως όσοι αγωνίστηκαν, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν έδειξαν έντονη επιθυμία και αποφασιστικότητα για την κατάκτηση ενός τροπαίου.

Ένας τελικός δεν είναι ποτέ «αγγαρεία» ούτε υποχρέωση που πρέπει να διεκπεραιωθεί. Η απόσταση των 26 βαθμών ανάμεσα στις δύο ομάδες, στη Super League, επηρέασε τον τρόπο προσέγγισης μιας αναμέτρησης όπου διακυβεύεται ένα τρόπαιο. Ο Ολυμπιακός υποτίμησε τον ΠΑΟΚ και περίμενε πως με την κεκτημένη ταχύτητα μιας ολόκληρης σεζόν στο ελληνικό Πρωτάθλημα θα κατακτούσε… περίπατο και το Κύπελλο Ελλάδας. Η νοοτροπία δεν ήταν η ενδεδειγμένη και όλα πήγαν λάθος στο συγκεκριμένο παιχνίδι. Δεν γυάλιζε το μάτι του.

Οι Ερυθρόλευκοι είχαν να προετοιμάσουν αυτόν τον αγώνα από τις 28 Απριλίου όταν και εξασφάλισαν την πρόκριση στον τελικό απέναντι στον ΠΑΣ Γιάννινα, αλλά στο τελευταίο παιχνίδι τους στη σεζόν δεν είχαν μία «γεμάτη» παρουσία εντός αγωνιστικού χώρου, αγωνιστικά και ψυχολογικά. Η ποιότητα και η κλάση ήταν εκεί. Φάνηκε, όμως, έλλειμμα στην πνευματική προετοιμασία ενός αγώνα χωρίς αύριο. Παράλληλα, ενοχλεί και η έλλειψη αντίδρασης εντός αγωνιστικού χώρου από τον πάγκο, σε πράγματα που «έβγαζαν μάτια», όπως εξήγησα παραπάνω.

Η σεζόν είναι, δίχως αμφιβολία, επιτυχημένη. Αυτονόητο είναι. Δεν γίνεται να απαξιωθεί ο Πρωταθλητής Ελλάδας για ένα χαμένο τρόπαιο ούτε να «διαγραφούν» οι επιτυχίες της κορυφαίας ελληνικής ομάδας. Απλά, αυτή η απώλεια του τίτλου μπορούσε να είχε αποφευχθεί αν όλοι έκαναν καλά τη δουλειά τους εντός και εκτός αγωνιστικού χώρου και ήταν απόλυτα προετοιμασμένοι, αγωνιστικά και πνευματικά, για το τι θα συναντήσουν και θα αντιμετωπίσουν στο ΟΑΚΑ. Και ο Ολυμπιακός ποτέ δεν θα ψάξει για δικαιολογίες και ας είχε «πάτημα» για να το κάνει με τα τρία πέναλτι πάνω σε Ανδρούτσο, Μασούρα και Ελ Αραμπί, τα οποία αν γίνονταν από την άλλη πλευρά και δεν καταλογίζονταν θα μας είχαν «τρελάνει» στη μίρλα για όλο το καλοκαίρι.

ΕΥΘΕΩΣ με τον Γιώργο Χαλά Γιώργος Χαλάς